Δευτέρα, 06 Οκτωβρίου 2025 11:47

Το μεγάλο πλιάτσικο του Επικούριου Απόλλωνα

Γράφτηκε από την

Το μεγάλο πλιάτσικο του Επικούριου Απόλλωνα

 

Toυ Θεόδωρου Λάμπρου

Μια άγνωστη πτυχή της Ηλειακής μας ιστορίας αφορά το πλιάτσικο που συντελέστηκε στον “Παρθενώνα της Πελοποννήσου”, τον Επικούριο Απόλλωνα.

Είναι η εποχή που η Ελλάδα βρίσκεται κάτω από τον Οθωμανικό ζυγό και η δήθεν «αρχαιολογική» έρευνα μετατρέπεται σε ληστρική επιχείρηση με ολέθριες συνέπειες για τα μνημεία και τα έργα τέχνης.

Η πολυεθνική εταιρία αρχαιοκαπήλων που έχει συγκροτηθεί από το 1807 για ανασκαφές σε ελληνικούς αρχαιολογικούς χώρους και πώληση ευρημάτων στην ευρωπαϊκή αγορά, έχει ως μέλη της, την αφρόκρεμα της ευρωπαϊκής ελίτ.

 

Η «επίλεκτη ομάδα» των αρχαιοκάπηλων

Από την επιχείρηση υφαρπαγής ανεκτίμητων αρχαιολογικών μνημείων της χώρας και δη της Ηλείας, είχε συγκροτηθεί μια «επίλεκτη ομάδα».

Συγκεκριμένα ο Δανός αρχαιολόγος, θεολόγος και φιλόλογος Peter Oluf Brοnsted (1780-1842) φτάνει στην Ελλάδα τον Ιούλιο του 1810, πραγματοποιώντας την πρώτη, ουσιαστικά, επίσκεψη Δανού περιηγητή στην χώρα. Η πενταμελής ομάδα που ταξιδεύει μαζί του, εκτός από τον ίδιο, αποτελείται από τον Δανό φιλόλογο και μουσικό Georg H.C. Koës, τους Γερμανούς, αρχιτέκτονα Carl Haller von Hallerstein από τη Νυρεμβέργη και ζωγράφο Jakob Linckh από τη Βυρτεμβέργη, και, τέλος, τον Εσθονό βαρώνο Otto Magnus von Stackelderg που θα μας απασχολήσει παρακάτω.

Η χρονιά που καταφθάνει ο Brοnsted στην Ελλάδα, το 1810, είναι η χρονιά κατά την οποία ο Άγγλος λόρδος του Elgin, Thomas Bruce, φορτώνει το τρίτο μέρος της λείας του με το πολεμικό πλοίο «Ύδρα».

Η λεηλασία των μνημείων γενικεύεται στις αρχές του ΙΘ” αιώνα.

H δήθεν «αρχαιολογική» έρευνα μετατρέπεται σε ληστρική επιχείρηση με ολέθριες συνέπειες για τα μνημεία και τα έργα τέχνης. Η πολυεθνική εταιρία αρχαιοκαπήλων που έχει συγκροτηθεί από το 1807 είχε για συνεργάτες της τους εξής: Τον Γάλλο αρχαιολόγο Louis François Fauvel, πρόξενο της Γαλλίας στην Αθήνα, τον επίσης αρχαιοκάπηλο Γερμανό Georg Christian Gropius, κατοπινό πρόξενο της Αυστρίας, και τον Άγγλο Charles Robert Cockerell.

 

Το πλιάτσικο του ναού

Ο ναός του Επικουρίου Απόλλωνα στις Βάσσες της Φιγαλείας είναι ένας από τους σπουδαιότερους και επιβλητικότερους της αρχαιότητας. Αφιερώθηκε από τους Φιγαλείς στον Απόλλωνα διότι τους βοήθησε να ξεπεράσουν μια επιδημία πανώλης.
Ο ναός παρέμεινε σε χρήση κατά τα ελληνιστικά και ρωμαϊκά χρόνια όπως φαίνεται από τις επιδιορθώσεις που δεχόταν η κεραμοσκεπή. Με την κατάρρευση της στέγης λόγω της φθοράς των ξύλινων δοκαριών της επήλθε η πρώτη σημαντική καταστροφή. Η ανθρώπινη επέμβαση ήταν ένας άλλος φθοροποιός παράγοντας.

Το 1812 διενεργήθηκαν οι πρώτες συστηματικές ανασκαφές από τους: J. Foster, C. R. Cockerell, K. H. von Hallerstein, G. Gropius, J. Linckh, O. M. Stackerlberg, και P. O. Brondsted και έφεραν στο φως τις πλάκες της ζωφόρου και το κορινθιακό κιονόκρανο.

 

Διαφωνίες για την μοιρασιά της λείας

Μετέφεραν τα γλυπτά στην Αθήνα και τα τοποθέτησαν σε ένα νοικιασμένο διαμέρισμα. Μετά άρχισαν να διαφωνούν πως θα γίνει η μοιρασιά. Επειδή δεν τα έβρισκαν αποφάσισαν να τα βγάλουν στο σφυρί και να τα δημοπρατήσουν στη Ζάκυνθο, που τότε βρισκόταν υπό Βρετανική κατοχή.

Τα ευρήματα μεταφέρθηκαν στη Ζάκυνθο, με τη συγκατάθεση του Βελή πασά, που είχε δωροδοκηθεί για το σκοπό αυτό.

Στη δημοπρασία που έγινε τον Νοέμβριο του 1812, πλειοδότησε ο εκπρόσωπος των Βαυαρών που είχε ρητή εντολή από τον πατέρα του Όθωνα, τον Λουδοβίκο Α’, να αποκτήσει τα γλυπτά με κάθε οικονομικό αντάλλαγμα. Έτσι πληρώθηκε το κολοσσιαίο ποσό των 70.000 φιορινιών. Σήμερα εκτίθενται στην γλυπτοθήκη του Μονάχου.

Το 1814 η ζωφόρος αγοράστηκε με εντολή του Αγγλου αντιβασιλέως Γεωργίου και το 1815 κατέληξε στο Βρετανικό Μουσείο. Ο Άγγλος διανοούμενος Christian Muller χαρακτήρισε την υφαρπαγή των μνημείων πράξη βανδαλισμού, αντίστοιχη με αυτή του λόρδου Έλγιν που έκλεψε τα γλυπτά της Ακρόπολης των Αθηνών.

Οι αποκαλυπτικές μαρτυρίες του Στάκελμπεργκ - Διαφωνίες για την μοιρασιά της λείας

Μετέφεραν τα γλυπτά στην Αθήνα και τα τοποθέτησαν σε ένα νοικιασμένο διαμέρισμα. Μετά άρχισαν να διαφωνούν πως θα γίνει η μοιρασιά. Επειδή δεν τα έβρισκαν αποφάσισαν να τα βγάλουν στο σφυρί και να τα δημοπρατήσουν στη Ζάκυνθο, που τότε βρισκόταν υπό Βρετανική κατοχή.

Τα ευρήματα μεταφέρθηκαν στη Ζάκυνθο, με τη συγκατάθεση του Βελή πασά, που είχε δωροδοκηθεί για το σκοπό αυτό.

Στη δημοπρασία που έγινε τον Νοέμβριο του 1812, πλειοδότησε ο εκπρόσωπος των Βαυαρών που είχε ρητή εντολή από τον πατέρα του Όθωνα, τον Λουδοβίκο Α’, να αποκτήσει τα γλυπτά με κάθε οικονομικό αντάλλαγμα. Έτσι πληρώθηκε το κολοσσιαίο ποσό των 70.000 φιορινιών. Σήμερα εκτίθενται στην γλυπτοθήκη του Μονάχου.

Το 1814 η ζωφόρος αγοράστηκε με εντολή του Αγγλου αντιβασιλέως Γεωργίου και το 1815 κατέληξε στο Βρετανικό Μουσείο. Ο Άγγλος διανοούμενος Christian Muller χαρακτήρισε την υφαρπαγή των μνημείων πράξη βανδαλισμού, αντίστοιχη με αυτή του λόρδου Έλγιν που έκλεψε τα γλυπτά της Ακρόπολης των Αθηνών.

 

Οι αποκαλυπτικές μαρτυρίες του Στάκελμπεργκ

Λεπτομερή περιγραφή για το «πλιάτσικο» που έλαβε χώρα στο ναό του Επικούρειου Απόλλωνα μας δίνει ο Εσθονός ζωγράφος, Αρχαιολόγος και τεχνοκριτικός Οττο Μάγκνους φον Στάκελμπεργκ.

Ο Στάκελμπεργκ σπούδασε στην Δρέσδη και την Ρώμη όπου συνδέθηκε με τους Δανούς Κες και Μπρόντστεντ καθώς και με τους Γερμανούς Χάλερ και Λινκ. Παρέμεινε στην Ελλάδα από το 1810 έως το 1814 και συμμετείχε στην ανασκαφή του ναού του Απόλλωνος των Βασσών.
Στο βιβλίο του «Ο Ναός του Επικούριου Απόλλωνος» παραθέτει αποκαλυπτικές μαρτυρίες για το πώς «στήθηκε» η όλη επιχείρηση αφαίρεσης των μαρμάρων από τον ναό.

Όπως αναφέρει μεταξύ άλλων στο βιβλίο του «Για να κατοχυρωθεί η ανασκαφή και το ενδεχόμενο προϊόν της, ήταν απαραίτητο να συμμετάσχει στα κέρδη της όλης επιχείρησης ο ίδιος ο πασάς του Μοριά, ο Βελή μπέης, ο γιος του Αλή Πασά των Ιωαννίνων. Τις διαπραγματεύσεις με αυτόν τις ανέλαβε ο τότε Άγγλος υποπρόξενος, ο κύριος Γκρόπιους από το Βερολίνο. Ο πασάς ευτυχώς είχε γίνει λάτρης των ανασκαφών μετά την πώληση μερικών αρχαιοτήτων τις οποίες είχε ανακαλύψει στον θησαυρό του Ατρέα στις Μυκήνες. Έτσι ο κύριος Γκρόπιους απέσπασε τη συγκατάθεση του μόλις του πρότεινε να λάβει ο ίδιος μέρος στην ανασκαφή. Αναγκάστηκε βέβαια να υποσχεθεί στον πασά τα μισά από τα ευρήματα, εκείνος ωστόσο τους παραχώρησε το δικαίωμα να τα εξαγοράσουν και επωμίστηκε κατά το ήμισυ τα έξοδα της ανασκαφής».

 

Τι απέγινε ο Κόκρελ μετά τις αρχαιοκαπηλίες.

Μετά το ταξίδι του στην «Ανατολή», ο Κόκρελ επέστρεψε στην Αγγλία και έγινε διάσημος αρχιτέκτονας και αργότερα καθηγητής αρχιτεκτονικής στη Βασιλική Ακαδημία. Επίσης διετέλεσε πρόεδρος ου Βασιλικού Ινστιτούτου Αρχιτεκτονικής. Ήταν αρχιτέκτονας του Ασμόλειου Μουσείου και του ινστιτούτου Taylorian στην Οξφόρδη. Από το 1833 ήταν ο αρχιτέκτονας της Τράπεζας της Αγγλίας και έκτισε αρκετά κτίρια της τράπεζας στην Αγγλία μέχρι το 1854. Η ιστορική έρευνα αποδεικνύει για ακόμη μια φορά ποιος ήταν ο ρόλος όλων αυτών των τυχοδιωκτών που ήρθαν στην Ελλάδα κατά την διάρκεια της Τουρκοκρατίας για να πλουτίσουν μέσω της δήθεν «αρχαιολογικής» έρευνας με τις ευλογίες της Οθωμανικής εξουσίας. Πλιάτσικο έγινε στις περισσότερες περιοχές του τότε Ελλαδικού χώρου.
Η περίπτωση του Επικούριου Απόλλωνα αποτελεί ένα ακόμα τρανταχτό παράδειγμα για τον ρόλο όλων αυτών που στο όνομα της «προστασίας» σύλησαν, υφάρπαξαν και πούλησαν στις κυβερνήσεις των χωρών τους τα αρχαιοελληνικά μας μνημεία.

Πηγή: skalistiri.news