Η επετειακή αυτή συνάντηση δεν περιορίστηκε σε μια απλή γιορτή, αλλά εξελίχθηκε σε μια ζωντανή αναδρομή στο παρελθόν, όπου αναμνήσεις, πρόσωπα και ιστορίες πήραν ξανά ζωή, αποτυπώνοντας με γλαφυρό τρόπο μια ολόκληρη εποχή της δημόσιας εκπαίδευσης και της νεανικής συντροφικότητας. Στο πλαίσιο αυτό ο Γιάννης Τσιμόγιαννης, ένας εκ των αποφοίτων, μοιράστηκε μέσω της “Ε” δύο ξεχωριστά χρονογράφημα, δύο μικρές ιστορίες – κομμάτια μιας άλλης εποχής που αναδύονται μέσα από τις μνήμες συμμαθητών, τιμώντας δύο αδικοχαμένους φίλους και πρωταγωνιστές της μαθητικής ζωής. “Οι απόφοιτοι τού έτους 1975 από το Α' Εξατάξιο Γυμνάσιο Αρρένων Καλαμάτας (Κλασικό και Πρακτικό) γιορτάσαμε φέτος με υπέροχο γλέντι τα πενήντα χρόνια από την αποφοίτησή μας, στην ταβέρνα “Έλενα” τού αγαπημένου μας συμμαθητή και φίλου Ηλία Τσώνη στην πανέμορφη Φοινικούντα. Εκεί, ανάμεσα στη μουσική, τον χορό, τα ανέκδοτα και τα γέλια, επαναφέραμε στη μνήμη μας πραγματικές ιστορίες από τα δύσκολα αλλά ωραία εκείνα μαθητικά χρόνια (με πρωταγωνιστές Καθηγητές και Καθηγήτριές μας αλλά και μαθητές), δύο εκ των οποίων τις καταγράφω ως μιας μορφής χρονογραφήματα τής εποχής εκείνης” σημείωσε ο κ. Τσιμόγιαννης.
«Η Φιλόλογος Καθηγήτρια Αλεβίζου και ο θιγείς ρήτωρ Αντώνιος Γεωργίου Χρυσομάλλης»
Το περιστατικό που θα σάς διηγηθώ διαδραματίστηκε στη μεσαία αίθουσα (τη μικρή) τού ημιυπογείου τού θρυλικού Α΄ Εξατάξιου Γυμνασίου μας στην Υπαπαντή (Δ2 Κλασικό, 1972-73). [Σημειωτέον ότι την άνοιξη τής επόμενης χρονιάς 1973-74, λόγω ακαταλληλότητας τού παλαιού κτηρίου, το σχολείο μετακόμισε στην πρώην «Σχολή Παπαφλέσσα», Κρήτης και Φαρών γωνία, απ’ όπου και αποφοιτήσαμε.] Η Αναστασία Αλεβίζου τότε δίδασκε Αρχαία Ελληνικά (αποσπάσματα από τις «Ιστορίες» τού Θουκυδίδου) στη Δ΄ τάξη Πρακτικού και για κάποιο διάστημα ήρθε και σ’ εμάς τής κλασικής κατεύθυνσης για το ίδιο μάθημα. Οι πρακτικοί βέβαια δεν πολυέδιναν προσοχή στ’ Αρχαία – όπως ήταν άλλωστε αναμενόμενο, αφού έριχναν το βάρος τους αλλού (στη Φυσικοχημεία και τα Μαθηματικά) – και κάποια μέρα η (κατά τ’ άλλα εξαιρετική φιλόλογος) Αλεβίζου, απαυδισμένη, ως φαίνεται, και τσαντισμένη με τις χαμηλές επιδόσεις μερικών μαθητών στο Πρακτικό αλλά γενικεύοντας απαράδεκτα το θέμα για όλη τη Δ΄ τάξη πρακτικής κατεύθυνσης, προσπαθώντας η «δόλια» μες στην απόγνωσή της «να τούς ρίξει στο φιλότιμο», ξεστόμισε κάτι τέτοιο: «… Δεν διαβάζετε και κοντεύετε κι εσείς να μοιάσετε σε κείνους τους “άσχετους” τού Κλασικού…». (Μπορεί να τής ξέφυγε και καμιά άλλη βαρύτερη κουβέντα: «τους «χαζούς» τους κλασικούς…). Ε, ρε και «πέφτουν στ’ αφτιά μας» αυτά, με αστραπιαία ταχύτητα, την ίδια κιόλας μέρα, και όλοι μας, ανεπανόρθωτα θιγμένοι στις άγουρες προσωπικότητές μας αλλά και στη μαθητική μας επιμέλεια και φιλομάθεια, «βράζαμε με το ζουμί μας και κοχλάζαμε»! Υπό τέτοιες συνθήκες λοιπόν, και όντας «ανταριασμένο» το Κλασικό, αλλά χωρίς προσυνεννόηση μεταξύ μας – αφού δεν είχαν προηγηθεί διαβουλεύσεις για κάποια από κοινού αντίδραση – την επόμενη κιόλας μέρα που εμφανίστηκε για μάθημα Θουκυδίδη κάτω σ’ εμάς η Αλεβίζου, με το που μπήκε καλά καλά στην αίθουσα και κάθισε στην ξύλινη έδρα, σηκώνεται ο Αντώνης ο Χρυσομάλλης από το τελευταίο θρανίο όπου συνήθως καθόταν και με το χέρι υψωμένο ζητάει, με ύφος βαρύ και σοβαρό, τον λόγο:
«Τι είναι, Χρυσομάλλη;»
Και αρχίζει τότε ο ρήτωρ Αντώνιος με τη γνωστή σε όλους μας καθαρευουσιάνικη ευφράδειά του αλλά και με τον αρμόζοντα στην περίσταση ρητορικό στόμφο, που προσέδιδε μεγαλύτερη έμφαση στα λεγόμενά του, να εξαπολύει μια «αντεπίθεση» στην ανυποψίαστη Καθηγήτρια, τού εξής τύπου: «Κυρία, επληροφορήθημεν ότι κατά την διάρκειαν τού χθεσινού μαθήματός σας εις το Πρακτικόν, μάς εμέμφθητε ημάς τής κλασικής κατευθύνσεως σφοδρώς και αδικαιολογήτως, χρησιμοποιήσασα κατά τας αναφοράς που περιήλθον εις τα ώτα μας βαρείς μειωτικούς χαρακτηρισμούς εις βάρος μας!!! …». [Στο σημείο αυτό ας μού επιτραπεί να επισημάνω ότι ο Αντώνιος Γεωργίου Χρυσομάλλης, επάξιο τέκνο τής Μεσσηνιακής Μάνης – καταγόταν από την όμορφη Πλάτσα, αυτήν την καταπληκτική φυσική βίγλα πάνω από την Τραχήλα και τον Άγιο Νικόλαο (αλλιώς «Σελίνιτσα») – σιωπηρός και μελετηρός πάντοτε, ήταν «η ήρεμη δύναμη» τής τάξης μας! Με ευρυμάθεια καταπλήσσουσα, βαθύτητα σκέψης δυσανάλογη τής ηλικίας μας και κρίση πάντοτε ισχυρά υποστηριζόμενη από αδιάσειστα επιχειρήματα, είχε αποσπάσει την εκτίμηση και τον θαυμασμό όλων. Η ευθυκρισία αλλά και η σωφροσύνη που τον διέκριναν, μαζί με τη ρητορική του ικανότητα, τον είχαν αναδείξει ως τον αδιαφιλονίκητο «Νέστορα» τού Δ2 Κλασικού!!!]. Ακούγοντάς τα λοιπόν αυτά η Φιλόλογος, απότομα και χειμαρρώδη, «κατελήφθη εξ απίνης» και, χωρίς – ως φαίνεται – να περιμένει τέτοιαν αντίδραση, κεραυνοβολήθηκε στην κυριολεξία! Διαπιστώνοντας τότε την έκπληξη και αμηχανία της ο Αντώνης, και μη χάνοντας ούτε στιγμή, τής έριξε με αμείωτη επιθετικότητα τη δεύτερη «κανονιά»: «Θεωρούμεν όλως άδικα και ουδαμώς ανταποκρινόμενα εις την αλήθειαν τα “κοσμητικά” επίθετα διά των οποίων μάς ελούσατε, και άπαντες, προσβεβλημένοι ως είμεθα από τας ανυποστάτους μομφάς σας, αναρωτώμεθα εναγωνίως διά τίνα άραγε λόγον προέβητε εις τούτο. Έχετε χρέος, νομίζομεν, να μάς δώσετε τας σχετικάς εξηγήσεις!!! …». Αφού για κάποια δευτερόλεπτα έμεινε «στήλη άλατος» η Αλεβίζου, συνειδητοποιώντας σιγά σιγά τι ακριβώς είχε ακούσει, άρχισε η «έρμη» απολογούμενη να ψελλίζει ένα σωρό αντιφατικές λίγο πολύ δικαιολογίες, προκειμένου να κατευνάσει τους εξαναμμένους εφηβικούς εγωισμούς μας, έτσι όπως αυτοί άρτι εκφράστηκαν διά τού ρήτορος! «… Μα, δεν το είπα έτσι ακριβώς…», «Άλλο βέβαια εννοούσα…», «Ήθελα να πω ότι…» και άλλα τέτοια παρόμοια, πάνω στην προσπάθειά της να ηρεμήσει τα φορτισμένα πνεύματα. (Ήταν, βλέπετε, «στριμωγμένη στο καναβάτσο» από τον επιτήδειο Αντώνη και από δημόσια κατήγορος είχε «αυθωρεί» μετατραπεί σε «οιονεί κατηγορούμενη»…). «Μετ’ ου πολύ» πάντως και αφού δόθηκαν οι απαιτούμενες διευκρινίσεις, ψιλομπαλώθηκε κάπως η κατάσταση και αποφορτίστηκε σταδιακά το κλίμα στην αίθουσα. Η εξαίρετη εκείνη Φιλόλογος και Παιδαγωγός παραδέχθηκε τελικά εμμέσως ότι επρόκειτο για ένα από μέρους της επινοηθέν «στρατήγημα» οι δήθεν μειωμένες επιδόσεις τού κλασικού τμήματος, με απώτερο στόχο να παρακινήσει τους δύσκολους πρακτικούς σε εντονότερη μελέτη! Έτσι λοιπόν, αγαπητοί φίλοι, διά τής σωτηρίου παρεμβάσεως τού νεαρού ρήτορος Αντωνίου και μέσω τής ρητορικής του δεινότητος, το «όλον Κλασικόν» «πήρε το αίμα του πίσω», απεκαθάρθη από την προσαφθείσαν αβάσιμον και αναληθή μομφήν και – αρθείσης ούτω τής γενομένης προσβολής – απεκατεστάθη εις το ακέραιον «η κλασική μας υπόληψις»!!! «Το κούτελό μας έκτοτε ήτανε καθαρό», βρε αδερφέ, και ουδείς πια καθηγητής αποτόλμησε μετά το συμβάν αυτό να μάς ξανακατηγορήσει ως αδιάβαστους ή αμελείς.
[Κατόπιν ομόθυμης παραίνεσης – αλλά και εντολής – όλων των φίλων συμμαθητών τού Κλασικού, καταθέτω την παραπάνω πραγματική ιστορία «δίκην ελαχίστου μνημοσύνου» και «εις μνήμην αιώνιον» τού άδικα και πρόωρα θανόντος αλησμόνητου και πολυφίλητου φίλου και συμμαθητή μας Αντωνίου Χρυσομάλλη τού Γεωργίου, αποφοίτου τής Νομικής Σχολής τού Πανεπιστημίου Αθηνών, εξαίροντας και μεταθανάτια την κραταιά γενική παιδεία, τον λαμπρό χαρακτήρα και την πλατιάς συγκρότησης βαθύτατα φιλοσοφημένη προσωπικότητα τού εκλιπόντος.]
Στην “Ε” της ερχόμενης Δευτέρας θα ακολουθήσει το δεύτερο χρονογράφημα...
