Οι Φαρές ή Φηρές ήταν αρχαία, σχεδόν παραλιακή πόλη της Μεσσηνίας στη θέση της σημερινής Καλαμάτας. Και στην ομηρική εποχή ήταν πρωτεύουσα στην ευρύτερη περιοχή της Μεσσήνης. Σύμφωνα με το Στράβωνα και τον Παυσανία, η πόλη απείχε από την ακτή από πέντε μέχρι επτά στάδια (ένα στάδιο= 190 μ.). Δηλαδή περίπου ένα χιλιόμετρο, όσο απέχει και σήμερα το κάστρο της πόλης από τη θάλασσα. Ο Στράβωνας μάλιστα ορίζει ότι οι Φαρές βρίσκονται δίπλα στις εκβολές του ποταμού Νέδοντα. Η πόλη πήρε το όνομά της από τον οικιστή της, τον ημίθεο Φάρι, γιο του Ερμή και της Φιλοδάμειας.
Η πόλη των Φαρών αναφέρεται τόσο στην Ιλιάδα όσο και στην Οδύσσεια. Πρώτη αναφορά γίνεται στην Ιλιάδα, όταν ο νεαρός Οδυσσέας έφτασε στις Φαρές και απαίτησε από τους Μεσσήνιους την επιστροφή του κλεμμένου κοπαδιού και των βοσκών του πατέρα του Λαέρτη. Τότε φιλοξενήθηκε από τον βασιλιά των Φαρών Ορτίλοχο. Εκεί συναντήθηκε και με τον Ίφιτο, γιο του Εύρυτου από την Οιχαλία, γνωστό τοξότη από την αργοναυτική εκστρατεία. Και αυτός είχε φτάσει στις Φαρές αναζητώντας ζωοκλέφτες. Ο Οδυσσέας, σε ανάμνηση της γνωριμίας τους, δώρισε στον Ίφιτο ένα ξίφος κι ένα δόρυ και ο Ίφιτος δώρισε στον Οδυσσέα το περίφημο τόξο του πατέρα του. Ακόμα μια αναφορά για τις Φαρές γίνεται στην Ιλιάδα, (149-153) όταν κοντά στο τέλος της Τρωικής εκστρατείας, ο Αγαμέμνονας προσπαθώντας να εξευμενίσει τον οργισμένο για την υπόθεση της Βρισηίδας Αχιλλέα, του προτείνει μετά τη λήξη του πολέμου να τον κάνει γαμπρό του, αφού διαλέξει να παντρευτεί μία από τις τρεις κόρες του και ταυτόχρονα του υπόσχεται:
ἑπτὰ δέ οἱ δώσω εὖ ναιόμενα πτολίεθρα,
Καρδαμύλην Ἐνόπην τε καὶ Ἱρὴν ποιήεσσαν,
Φηράς τε ζαθέας ἠδ᾽ Ἄνθειαν βαθύλειμον,
καλήν τ᾽ Αἴπειαν καὶ Πήδασον ἀμπελόεσσαν.
πᾶσαι δ᾽ ἐγγὺς ἁλός, νέαται Πύλου ἠμαθόεντος·
Σε μετάφραση:
Θα του δώσω επτά καλά κατοικημένες πολιτείες,
την Καρδαμύλη και την Ενόπη και την καταπράσινη Ιρή
και τις ιερές Φαρές και την Άνθεια με τα βαθειά λειβάδια
και την όμορφη Αίπεια και την Πήδασο με τα πολλά αμπέλια.
Όλες είναι παραθαλάσσιες, κοντινές στην αμμουδερή Πύλο.
Μετά τα τρωικά, φιλοξενήθηκαν στις Φαρές από τον βασιλιά Διοκλή για δυο βράδια, ο Τηλέμαχος και ο γιος του Νέστορα Πεισίστρατος. Οι δυο νεαροί πήγαν και επέστρεψαν μαζί από τη Σπάρτη, όπου συνάντησαν το Μενέλαο ζητώντας πληροφορίες για την τύχη του Οδυσσέα (Οδύσσεια, ραψωδία γ, 487).
Αναζητώντας τα ίχνη των Φαρών για τη μυκηναϊκή περίοδο, η αρχαιολογική έρευνα οδηγεί στο κάστρο της σημερινής Καλαμάτας και στον παρακείμενο λόφο «Τούρλες». Τότε οι Φαρές είχαν αναπτυχθεί σε μια σημαντική πόλη στα ανατολικά σύνορα μυκηναϊκού βασιλείου της Πύλου. Στην περιοχή «Ακοβίτικα», νοτιοδυτικά της πόλης, η αρχαιολογική σκαπάνη αποκάλυψε μεγάλο οικοδόμημα των πρωτοελλαδικών χρόνων, δηλαδή μεταξύ της τελικής Νεολιθικής και της πρώιμης Εποχής του Χαλκού, ανάμεσα περίπου στο 3200 και 2650 π. Χ.. Επίσης εκεί ήρθε στο φως και τμήμα αρχαϊκού ιερού αφιερωμένου στον Ποσειδώνα. Και από τις μεμονωμένες ανασκαφές στην ευρύτερη περιοχή της Καλαμάτας έχουν εντοπιστεί και άλλα σημαντικά ευρήματα, επιτύμβιες στήλες, επιγραφές, αναθήματα, τμήμα ανάγλυφης σαρκοφάγου καθώς και πολλές αρχαϊκές επιγραφές. Αρκετά επιγραφικά ευρήματα αναφέρουν την ύπαρξη εκεί ιερών των ιατρών της Ιλιάδας, γιων του Ασκληπιού, Μαχάονα και Ποδαλείριου, χωρίς όμως να έχουν εντοπιστεί οι ακριβείς τους θέσεις. Στο Αρχαιολογικό Μουσείο Μεσσηνίας εκτίθενται κάποια από αυτά τα ευρήματα που αναδεικνύουν την ιστορική πορεία και συνέχεια της πόλης.
Στους ιστορικούς χρόνους, γύρω στον 8ο αιώνα π.Χ., η πόλη κατακτήθηκε από τους γειτονικούς Λάκωνες και παρέμεινε στην κατοχή τους μέχρι το 369 π.Χ.. όταν ο Επαμεινώνδας την απελευθέρωσε και αυτή επέστρεψε στην κυριαρχία των Μεσσηνίων. Κατά τη διάρκεια της μακραίωνης κατοχής της Μεσσηνίας από τη Σπάρτη, οι Φαρές και η Θουρία ήταν «περίοικοι πόλεις» και διαχειρίζονταν για λογαριασμό της Σπάρτης την αγροτική παραγωγή στις μεσσηνιακές πεδιάδες, όπου ζούσαν οι Μεσσήνιοι, ως είλωτες.
Μετά τους Περσικούς πολέμους, οι Αθηναίοι ξεκίνησαν να λεηλατούν τις παράλιες πόλεις της Πελοποννήσου. Τότε από το 395 π.Χ. μέχρι το 387 π.Χ., ξέσπασε ο Κορινθιακός Πόλεμος. Οι Φαρές λεηλατήθηκαν από τον Κόνωνα και τον σύμμαχό του, Πέρση ναύαρχο, Φαρνάβαζο. Αφού ο Επαμεινώνδας απελευθέρωσε τη Μεσσηνία από του Λάκωνες το 369 π.Χ., η πόλη των Φαρών συμμετείχε σε ομοσπονδιακό σχηματισμό, που είχε ως κέντρο την αρχαία Μεσσήνη.
Τα αρχαιολογικά ευρήματα που έχουν εντοπιστεί στην πλατεία της Υπαπαντής από τη δεκαετία του 1960 και τον Νικόλαο Γιαλούρη, φαίνεται ότι αφορούν οικοδομικά κατάλοιπα αναλημματικών τοίχων κυρίως του 4ου αιώνα π.Χ. Ανάλογα κτηριακά αλλά και ταφικά ευρήματα έχουν εντοπισθεί και νοτιότερα, στην πλατεία της Φραγκόλιμνας, προς τα ανατολικά, στην περιοχή της Μονής Καλογραιών αλλά και στο κάστρο της Καλαμάτας.
Στα βορειοδυτικά της Καλαμάτας, πάνω στο λόφο, προσανατολισμένο από βορρά προς νότο, σε εξαιρετικά εποπτική θέση, στέκεται το κάστρο της πόλης. Ένα κάστρο “χωρίς ταυτότητα” αφού δεν ακολουθεί κάποια από τις συνήθεις οχυρωματικές τεχνικές ούτε αντιπροσωπεύει αποκλειστικά κάποια εποχή. Εδώ, σύμφωνα με τα «Γεωγραφικά» του Στράβωνα (1ος αιώνας π.Χ.) και το έργο του Παυσανία «Ελλάδος περιηγήσεως», ίσως ήταν η οχυρή ακρόπολη των αρχαίων Φαρών.