Το καθεστώς της αναπλήρωσης στην Ελληνική Εκπαίδευση συνεχίζει να είναι συνώνυμο με αστάθεια, αβεβαιότητα και οικονομική στέρηση. Κάθε Σεπτέμβριο, χιλιάδες αναπληρωτές εκπαιδευτικοί βιώνουν ένα εφιαλτικό σενάριο που θυμίζει πρακτική εξαναγκασμού, όχι επαγγελματική κατάρτιση. Η κλήση τους για υπηρεσία την τελευταία κυριολεκτικά στιγμή όπως φέτος ας πούμε που καλούνται κυριολεκτικά μία μέρα πριν την έναρξη των σχολείων είναι η πρώτη πράξη ενός θεάτρου του παραλόγου, που εκτυλίσσεται σε βάρος τους και της ποιότητας της εκπαίδευσης.
Οι αναπληρωτές, χωρίς κανένα προνόμιο, καλούνται να αντιμετωπίσουν εμπόδια ανυπέρβλητα. Για εκείνους που κατανέμονται σε δυσπρόσιτες περιοχές και νησιά, η μετακίνηση γίνεται δοκιμασία. Οι συγκοινωνίες είναι ελάχιστες ή ανύπαρκτες εκείνες τις ημέρες, και τα εισιτήρια, όταν υπάρχουν, κοστίζουν το διπλάσιο. Η δε έκπτωση στα πλοία εφαρμόζεται τελευταία στιγμή, αφού πολλοί έχουν ήδη ταξιδέψει με πλήρες κόστος, εξαντλώντας τον ελεεινό προϋπολογισμό τους.
Στον προορισμό τους, μια νέα μαρτυρία τους περιμένει. Τα υψηλά ενοίκια, που εκτινάσσονται τεχνητά λόγω της σπανιότητας στέγασης, και το γενικότερα υψηλό κόστος ζωής αποτελούν χρεοκοπικές συνθήκες για έναν μισθό που ήδη κατακερματισμένο . Το κράτος, από την πλευρά του, παραμένει παντελώς αδιάφορο. Δεν παρέχει καμία μορφή δωρεάν στέγασης ή ουσιαστικής οικονομικής στήριξης, αφήνοντας τους εκπαιδευτικούς να βγάζουν πέρα μόνοι τους, σε ένα περιβάλλον που τους είναι εντελώς άγνωστο.
Ιδιαίτερα οδυνηρή είναι η περίπτωση των παντρεμένων ζευγαριών εκπαιδευτικών. Αν και οι δύο είναι αναπληρωτές ή ακόμη και αν ο ένας είναι μόνιμος και ο άλλος αναπληρωτής, η απόλυτη αδυναμία μετακίνησης μαζί είναι μια πικρή πραγματικότητα που καταστρέφει οικογένειες. Το σύστημα τους θεωρεί απλώς αριθμούς, όχι ανθρώπους με προσωπικές και οικογενειακές υποχρεώσεις.
Αυτή η συστηματική αδιαφορία από το Υπουργείο Παιδείας και την κυβέρνηση είναι καυστικά κατακριτέα. Εκμεταλλεύεται την απελπισία των νέων εκπαιδευτικών, υποβαθμίζοντας το όραμα για μια ποιοτική δημόσια εκπαίδευση. Η στάση τους είναι ξεδιάντροπη: η αναπλήρωση λειτουργεί ως μια φθηνή εργατική δύναμη, χωρίς δικαιώματα και προστασία. Μέχρι να αλλάξει ριζικά αυτό το μοχθηρό σύστημα, οι αναπληρωτές θα συνεχίζουν να είναι οι μοναχικοί αγωνιστές μιας άνισης μάχης, σε απόγνωση.